Η μεταξουργία ήταν γνωστή πριν από 4.500 χρόνια στην Κίνα, όπως αναφέρουν τα αρχαία κείμενα. Λέγεται ότι η αυτοκράτειρα Σι-Λιγκ-Σι το 2650 π.Χ. ανακάλυψε την ιδιότητα και την αξία των κουκουλιών του μεταξοσκώληκα και κατασκεύασε μέσα στα ανάκτορα σηροτροφείο, μεταξουργείο και υφαντουργείο με εργάτες τις ευγενείς κυρίες της Αυλής. Από τότε η αυτοκράτειρα αυτή λατρεύτηκε ως θεά του μεταξοσκώληκα και οι Κινέζοι κράτησαν μυστικό τον τρόπο κατασκευής του μ., διατηρώντας έτσι το μονοπώλιο μέχρι τον 5ο αι. μ.Χ. που μεταδόθηκε στην Περσία και τον 6ο αι. στο Βυζάντιο.
Σύμφωνα με πληροφορίες Βυζαντινών συγγραφέων, ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου Ιουστινιανός έστειλε στην Κίνα δύο μοναχούς, ειδικά για το μ., το οποίο εκείνη την εποχή είχε διαδοθεί σε μεγάλο βαθμό (το χρησιμοποιούσε ακόμα και η εκκλησία) και ήταν συγχρόνως πανάκριβο. Οι δύο μοναχοί παρακολούθησαν όλη τη διαδικασία εκτροφής του μεταξοσκώληκα και παραγωγής του μ. και φεύγοντας έκρυψαν μέσα στα κούφια μπαστούνια τους αρκετό μεταξόσπορο, που μετέφεραν στο Βυζάντιο. Στα πρώτα χρόνια η βυζαντινή αυλή κρατούσε μυστικό τον τρόπο παραγωγής του μ. από τον υπόλοιπο λαό, που πίστευε ότι το μ. προερχόταν από κάποια φυτική ουσία. Σιγά σιγά όμως η τεχνική ξέφυγε από τα ανάκτορα και η μεταξουργία αναπτύχθηκε σε μεγάλο βαθμό σ` όλη την Ελλάδα και ιδιαίτερα στην Πελοπόννησο, που ονομάστηκε από τότε Μοριάς, εξαιτίας της καλλιέργειας της μουριάς.
Τον 8ο αι. η μεταξουργία διαδόθηκε στους Άραβες, ύστερα από επιδρομή που έκαναν στην Πελοπόννησο, το 1130 μ.Χ. διαδόθηκε στη Σικελία και από εκεί στην Ιταλία, όπου δημιουργήθηκαν μεγάλα κέντρα βιοτεχνίας μεταξιού (Φλωρεντία, Βενετία, Γένουα, Λούκα, Μιλάνο). Στην Αβινιόν κατά το 14ο αι. η μεταξουργία υποστηρίχτηκε από τους πάπες και γενικά σ` όλα τα κράτη οι ηγεμόνες φρόντισαν να την αναπτύξουν με κάθε τρόπο.
Σύμφωνα με πληροφορίες Βυζαντινών συγγραφέων, ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου Ιουστινιανός έστειλε στην Κίνα δύο μοναχούς, ειδικά για το μ., το οποίο εκείνη την εποχή είχε διαδοθεί σε μεγάλο βαθμό (το χρησιμοποιούσε ακόμα και η εκκλησία) και ήταν συγχρόνως πανάκριβο. Οι δύο μοναχοί παρακολούθησαν όλη τη διαδικασία εκτροφής του μεταξοσκώληκα και παραγωγής του μ. και φεύγοντας έκρυψαν μέσα στα κούφια μπαστούνια τους αρκετό μεταξόσπορο, που μετέφεραν στο Βυζάντιο. Στα πρώτα χρόνια η βυζαντινή αυλή κρατούσε μυστικό τον τρόπο παραγωγής του μ. από τον υπόλοιπο λαό, που πίστευε ότι το μ. προερχόταν από κάποια φυτική ουσία. Σιγά σιγά όμως η τεχνική ξέφυγε από τα ανάκτορα και η μεταξουργία αναπτύχθηκε σε μεγάλο βαθμό σ` όλη την Ελλάδα και ιδιαίτερα στην Πελοπόννησο, που ονομάστηκε από τότε Μοριάς, εξαιτίας της καλλιέργειας της μουριάς.
Τον 8ο αι. η μεταξουργία διαδόθηκε στους Άραβες, ύστερα από επιδρομή που έκαναν στην Πελοπόννησο, το 1130 μ.Χ. διαδόθηκε στη Σικελία και από εκεί στην Ιταλία, όπου δημιουργήθηκαν μεγάλα κέντρα βιοτεχνίας μεταξιού (Φλωρεντία, Βενετία, Γένουα, Λούκα, Μιλάνο). Στην Αβινιόν κατά το 14ο αι. η μεταξουργία υποστηρίχτηκε από τους πάπες και γενικά σ` όλα τα κράτη οι ηγεμόνες φρόντισαν να την αναπτύξουν με κάθε τρόπο.