Μια μέρα ξεκίνησα με τους φίλους μου για να πάμε στο φρικιαστικό παλιό σπίτι στην άκρη της γειτονιάς. Εγώ δεν φοβόμουν αλλά οι φίλοι μου φοβόντουσαν πολύ. Η περιέργειά μας ήταν μεγαλύτερη από το φόβο.
Από πολύ μικροί ακούγαμε διάφορες ιστορίες για αυτό το μέρος. Οι ιστορίες μιλούσαν για φαντάσματα και κρυμμένους θησαυρούς.
Μαζί μας πήραμε φαγητό, σφεντόνες και φακούς. Μόλις μπήκαμε μέσα από το παράθυρο και πήγαμε επάνω, ακούσαμε κάτι περίεργους θορύβους. Τρομάξαμε πολύ και αρχίσαμε να τρέχουμε για να φύγουμε. Το παράθυρο όμως είχε κλείσει και τρέξαμε προς την πόρτα. Αλλά ούτε και αυτή μπορούσαμε να την ανοίξουμε γιατί είχε σφηνώσει από κάτι έπιπλα. Καταφέραμε να βγούμε από την πίσω πόρτα. Μόλις βγήκαμε από το σπίτι αισθανθήκαμε ανακούφιση και ασφάλεια.
Τελικά ο φόβος ήταν μεγαλύτερος από την περιέργειά μας.
Αποστόλης Κυριακάκης